- Ἰάσονος
- Ἰά̱σονος , Ἰάσωνmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Παγασαίος — Παγασαῑος, ὁ (Α) [Παγασαί] (ενν. ἥρως) προσωνυμία τού Ιάσονος … Dictionary of Greek
μνηστεύω — (ΑΜ μνηστεύω Α δωρ. τ. μναστεύω) [μνηστός] δεσμεύω δύο άτομα διαφορετικού φύλου με αμοιβαία υπόσχεση γάμου, αρραβωνιάζω (α. «αύριο, μνηστεύω την κόρη μου» β. «ἀπογράψασθαι σὺν Μαριὰμ τῇ μεμνηστευμένη αὐτῷ γυναικί», ΚΔ) νεοελλ. (η μτχ. παθ. παρακμ … Dictionary of Greek
νεβροφόνος — νεβροφόνος, ον (Α) 1. αυτός που φονεύει νεβρούς 2. ως κύριο όν. Νεβροφόνος γιος τού Ιάσονος και τής Υψιπύλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + φόνος (< φόνος < θείνω «σκοτώνω»), πρβλ. καπρο φόνος, μηλο φόνος] … Dictionary of Greek
φιλέλληνας — ο, η / φιλέλλην, ηνος, ΝΜΑ αυτός που αγαπά τους Έλληνες και την Ελλάδα νεοελλ. 1. ξένος που υποστηρίζει τα ελληνικά συμφέροντα και δίκαια 2. (ιδίως) ξένος που συμπαραστάθηκε στον απελευθερωτικό αγώνα ή και αγωνίστηκε προσωπικά υπέρ τής εθνικής… … Dictionary of Greek
Αργοναυτικά — Τίτλος που δόθηκε σε τέσσερα αρχαία ελληνικά και λατινικά εθνικά ποιήματα. 1. Έπος του Απολλώνιου του Ρόδιου σε 4 βιβλία, που περισώθηκε ολόκληρο και περιγράφει συστηματικά και με χρονική συνέχεια την Αργοναυτική εκστρατεία. Στα δύο πρώτα βιβλία… … Dictionary of Greek
Αρίστων — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Σπάρτης (6ος αι. π.Χ.). Συμβασίλεψε με τον Αγιάδη Αναξανδρίδα. Βασίλεψε περίπου 40 χρόνια και νίκησε τους Τεγεάτες. 2. Κυρηναίος πολιτικός (τέλη 5ου – αρχές 4ου αι. π.Χ.). Ηγέτης της δημοκρατικής μερίδας… … Dictionary of Greek
АПОЛОГЕТЫ РАННЕХРИСТИАНСКИЕ — христ. писатели II III вв., выступавшие с обоснованием и защитой христ. веры. Распространение христианства ко II в. среди всех слоев населения Римской империи вызвало реакцию со стороны языческого мира. С юридической т. зр. христианство оказалось … Православная энциклопедия